Καλή Βρύση Δράμας: Όλο τον χρόνο μοναδικά έθιμα και γιορτές
Γράφει η
Γραμματέας του Πολιτιστικού Συλλόγου Καλής Βρύσης
κα Ελισάβετ Χαριζάνη
Η αναφορά στις κατακτήσεις του παρελθόντος και η εξιδανίκευση ορισμένων από αυτές αποτέλεσε ιδεολογικό χαρακτηριστικό πολλών ιστορικών κοινωνιών. Η συστηματική όμως μελέτη και αξιοποίηση αυτού του παρελθόντος με τη μορφή της παράδοσης είναι το κύριο γνώρισμα της εθνικής συγκρότησης. Ως παράδοση νοείται το σύνολο των πολιτιστικών στοιχείων που χαρακτηρίζουν ένα έθνος στην ιστορική του διαδρομή και εκτείνεται σε όλο το εύρος των πολιτιστικών δραστηριοτήτων. Αυτό που ενδεχομένως αναρωτιέται κανείς είναι αν η φλόγα της παράδοσης σιγοκαίει ακόμη και με ποιον τρόπο γίνεται εφικτό.
Ένα άκρως παραδοσιακό και γραφικό χωριό, είναι η Καλή Βρύση, γνωστό για την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά. Είναι ένα δημοτικό διαμέρισμα του δήμου Προσοτσάνης και ανήκει στο Νομό Δράμας. Βρίσκετε 23 χλμ. ΒΔ της πόλης της Δράμας στις ΒΑ υπώρειες του Μενοίκιου όρους απέναντι από το Φαλακρό όρος και πολύ κοντά στο σπηλαίο του Αγγίτη. Οι κάτοικοι του χωριού ανέρχονται στους 700 και είναι κυρίως γηγενείς πολίτες στην καταγωγή τους, ενώ κάποιοι άλλοι κατάγονται από την ανατολική Θράκη και την Μικρά Ασία και τον Πόντο. Στο επάγγελμα ασχολούνται κυρίως με την γεωργία και την καλλιέργεια καπνού, σιτηρών και βαμβακιού ενώ τελευταία άρχισε να διαδίδεται και η αμπελοκαλλιέργεια. Επίσης υπάρχουν και αρκετοί κτηνοτρόφοι, καθώς και λατόμοι στα λατομία μαρμάρων που υπάρχουν στην περιοχή. Τι είναι λοιπόν η παράδοση γι’ αυτούς τους ανθρώπους και πως παραμένει αναλλοίωτη στο χρόνο; Είναι μερικά βήματα; Είναι μόνο οι φορεσιές;
Παράδοση λοιπόν, είναι η γλώσσα, η θρησκεία, η ιδεολογία και οι αξίες, η τέχνη, η επιστήμη, οι πολιτικές δραστηριότητες. Παράδοση είναι συνέχεια, είναι δεσμός των περασμένων με τα τωρινά και τα μελλούμενα, είναι επίσης ενότητα ανάμεσα σε ανθρώπους και σύγχρονους που δέχονται από κοινού την επίδρασή της. Είναι σύνδεσμος πνευματικός και ανθρώπινος μέσα στην ιστορική διάρκεια και μέσα στο παρόν, ας πούμε στο χώρο και στο χρόνο. Αυτό άλλωστε είναι το έθνος που σε τελευταία ανάλυση, δεν είναι τίποτα άλλο από μια κοινή παράδοση που διαμορφώνει μια ομαδική συνείδηση.
Τους ανθρώπους αυτούς τους διακρίνει η ζεστή φιλοξενία που παρέχουν στον κάθε επισκέπτη καθώς και η αγάπη τους για την παράδοση κρατώντας με θρησκευτική ευλάβεια όλα τα ήθη και τα έθιμα που κληρονόμησαν. Γιατί τα περασμένα έργα αποτελούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται το παρόν και είναι αδύνατο να παραμένει στην αφάνεια. Ήθη και έθιμα που έχουν παραμείνει αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου.
- Κυρίαρχη εθιμική εκδήλωση του χωριού είναι το δρώμενο του Μπαμπούγερου. Ένα δρώμενο που έχει τις ρίζες του στη Διονυσιακή λατρεία. Λαμβάνει χώρα κάθε χρόνο στις 6,7 & 8 Ιανουαρίου κάθε χρόνο. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα Μπαμπούγερα, που είναι άνθρωποι κωδωνοφόροι και μεταμφιεσμένοι σε μορφή τράγου, οι οποίοι βγαίνουν στους δρόμους του χωριού μετά από τον αγιασμό των υδάτων για να ξορκίσουν το κακό και να ξυπνήσουν τη φύση με τον ήχο των κουδουνιών. Η αμφίεση είναι επιβλητική και εντυπωσιακή. Συγκεκριμένα αποτελείται από τη μάσκα που γίνεται από δέρματα ζώων και συμβολίζει τον τράγο, ένα μαύρο γυναικείο αμανίκωτο επενδυτή που πίσω μπαίνει μία καμπούρα, η οποία συμβολίζει τη γριά ως τιμώμενο πρόσωπο και πέντε κουδούνια που ζώνονται στη μέση. Επίσης με το πουγκί στάχτης που κρατούν στο χέρι, ξορκίζουν το κακό. Τα Μπαμπούγερα κάνουν την εμφάνιση τους σε όλες τις ιστορικές περιόδους ανά τους αιώνες. Κατά την εποχή του Διονύσου ήταν οι σάτυροι, οι ακόλουθοι του θεού. Αργότερα, λέγεται πως τους χρησιμοποίησε ο Μ. Αλέξανδρος στις εκστρατείες του με σκοπό να τραπούν σε φυγή οι ελέφαντες του βασιλιά της Περσίας από τον ήχο των κουδουνιών. Επίσης επί τουρκοκρατίας τρόμαζαν και απομάκρυναν τους Τούρκους φοροεισπράκτορες. Η κορύφωση του δρωμένου γίνεται στις 8 Ιανουαρίου με την αναπαράσταση σατυρικού Διονυσιακού γάμου.
Τα ήθη και έθιμα δεν σταματούν εδώ.
- Την παραμονή πρωτοχρονιάς κατεβαίνει με το άλογό του ο ‘Άγιος Βασίλης από το Μενοίκιο όρος. Μπροστά στο προαύλιο της κοινότητας τον υποδέχονται τα παιδιά του χωριού για να τους μοιράσει δώρα. Το πρωί της πρωτοχρονιάς γίνεται η υποδοχή του χρόνου με το ρίξιμο αλατιού στη φωτιά γιατί όπως σκάει το αλάτι, έτσι να σκάσουν οι ‘εχθροί’.
- Στις 11 Φεβρουάριου, ημέρα εορτής του Αγίου Βλασίου και σε υψόμετρο 350 μέτρα επάνω στο Μενοίκιο όρος, γιορτάζει το ξωκλήσι του Αγίου Βλασίου. Από νωρίς το πρωί τελείται αγιασμός και στη συνέχεια ακολουθεί γλέντι και φαγοπότι.
- Την Κυριακή της Τυρινής στην Καλή Βρύση ένα πατροπαράδοτο έθιμο αναβιώνει ως τις μέρες μας και είναι ‘το έθιμο της κούπας’ ή το άναμμα κλαδιών από δέντρα. Αφού πέσει η νύχτα και το κέφι έχει ανέβει δίνετε το σύνθημα και όλοι οι πρωτεργάτες κρατώντας δάδες φωτιάς κάνουν τρεις φορές το γύρο της κούπας. Έπειτα ο καθένας από τη δική του πλευρά ανάβει την κούπα. Η φωτιά πάντα είχε το νόημα της κάθαρσης της φύσης από τα κακά πνεύματα και βέβαια την κάθαρση των ανθρώπων από τα διάφορα παραπτώματα έτσι ώστε η αρχή της Σαρακοστής ανάβοντας και πηδώντας από τη φωτιά να τους βρει με καθαρή τη ψυχή και το πνεύμα ώστε να είναι έτοιμοι να υποδεχτούν το Πάσχα.
- Την Πέμπτη της Διακαινησίμου μετά τη θεία λειτουργία και την τέλεση του αγιασμού στο ξωκλήσι του προφήτη Ηλία ξεκινάει πομπή σε όλα τα εκκλησάκια υπό μορφή λιτανείας για καλή καρποφορία της γης, στην οποία λαμβάνει μέρος πλήθος κόσμου.
- Στις 16 &17 Ιουλίου τιμάται η γιορτή της Αγίας Μαρίνας, μια γιορτή με ιδιαίτερη σημασία, καθώς η εκκλησία χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και στη συνέχεια κάηκε από τους Τούρκους.
- Τη σκυτάλη παίρνει μια γιορτή αφιερωμένη στην πανσέληνο, η οποία πραγματοποιείται στον αρχαιολογικό χώρο (το ιερό του Διόνυσου) από το 1999 στα πλαίσια των προολυμπιακών πολιτιστικών εκδηλώσεων.
- Τέλος η χρονιά κλείνει με τη γιορτή τσίπουρου. Μια γιορτή που έχει καθιερωθεί με την πρωτοβουλία του πολιτιστικού συλλόγου Καλής Βρύσης και τη συμβολή των τοπικών αποστακτήρων.
Για την αναβίωση αυτών των εθίμων αξίζει να σημειωθεί η τεράστια συμβολή του πολιτιστικού συλλόγου Καλής Βρύσης. Ένας σύλλογος που ιδρύθηκε το 1983 με σκοπό τη διάσωση, διατήρηση και διάδοση του τοπικού λαϊκού πολιτισμού που είναι πλούσιος σε ήχους, τραγούδια, χορούς και δρώμενα. Οι χορευτές του διδάσκονται την μουσικοχορευτική παράδοση όπως επίσης και το τοπικά παραδοσιακά όργανα που είναι η γκάιντα και ο νταχαρές. Η συμμετοχή του συλλόγου σε πολιτιστικές εκδηλώσεις είναι πολυάριθμη με κορυφαία την τελετή λήξης των ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα το 2004. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Πανελλήνιας ομοσπονδίας πολιτιστικών συλλόγων Μακεδονίας, η οποία έχει ως στόχο τη διαφύλαξη της γνήσιας Μακεδονικής Παράδοσης, ως αναπόσπαστο κομμάτι της Ελληνικής Παράδοσης, από αλλοιώσεις, ξένες προσθήκες και σφετερισμό, με την καταγραφή, την διάσωση και την προβολή της ιστορίας και της αυθεντικής λαϊκής παράδοσης (ήθη, έθιμα, χοροί, τραγούδια, ενδυμασίες κλπ). Όπως και την υπεράσπιση του ονόματός μας, ως Μακεδόνων και της ονομασίας της ιδιαίτερης πατρίδας μας από ψευδο-αλυτρωτικές επιβουλές ξένων κέντρων εκτός Ελλάδος.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΟΥΓΕΡΟΥ
Όλοι γνωρίζουμε ότι τα Μπαμπούγερα είναι ανθρωπόμορφοι τράγοι, ζωσμένοι με 5 μεγάλα κουδούνια στη μέση και μια επιβλητική μάσκα. Πόσοι όμως γνωρίζουν την ιστορική περίοδο από την οποία ξεκίνησαν να υπάρχουν ή το πώς παρέμειναν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου;
Τα Μπαμπούγερα κατά την εποχή του Διόνυσου ήταν οι σάτυροι, οι ακόλουθοι του θεού, που γλεντούσαν με μια ζωή ανέμελη με κρασί και γλέντι. Φυσικά, τα Μπαμπούγερα κάνουν την εμφάνισή τους σε όλες τις ιστορικές περιόδους ανά τους αιώνες. Για παράδειγμα, σ’ ένα πρώιμο στάδιο θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα Μπαμπούγερα ανάγονται στη νεολιθική εποχή, καθώς οι άνθρωποι εκείνης της εποχής χρησιμοποιούσαν τη μάσκα καθώς και την υπόλοιπη μεταμφίεση για τη λατρεία των προγόνων.
Ακόμα, ο θεός Διόνυσος είναι θεός της γονιμότητας, της καρποφορίας, της ηδονής, του κρασιού και του κεφιού. Έτσι οι αρχέγονοι λαοί και κυρίως οι γεωργοί μεταμφιέζονταν, ώστε με τον ήχο των κουδουνιών να ξυπνήσουν τη γη, για να είναι εύφορη, όπως επίσης οι άνθρωποι της τότε εποχής είχαν την ανάγκη της μεταμφίεσης για να ξεφύγουν από κάθε μέτρο της λογικής, φτάνοντας σ’ ένα επίπεδο μέθης.
Αργότερα λέγεται πως τους χρησιμοποίησε ο Μ. Αλέξανδρος στις εκστρατείες του με σκοπό να τραπούν σε φυγή οι ελέφαντες του βασιλιά της Περσίας, τρομάζοντας από τον ήχο των κουδουνιών.
Επίσης, επί τουρκοκρατίας κανένας Τούρκος φοροεισπράκτορας δεν πάτησε το πόδι του στην Καλή Βρύση για να πάρει το λεγόμενο χαράτσι-φόρο των Ελλήνων προς τους Τούρκους, καθώς έκαναν την εμφάνισή τους τα άγρια σε όψη Μπαμπούγερα και τους τρομοκρατούσαν με αποτέλεσμα να τρέπονται σε φυγή.
Από την άλλη, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μαρτυρίες, τα Μπαμπούγερα διεξάγονταν για τη συγκέντρωση υπέρ της εκκλησίας, η οποία μεριμνούσε γι’ αυτά. Συγκεκριμένα η εκκλησιαστική επιτροπή ετοίμαζε 15-20 μάσκες, όπως έκοβε και χρήματα από λαμαρίνα κίτρινη. Κάθε κομμάτι αυτής, είχε αξία 50 λεπτά, τα οποία έγραφαν πάνω Άγιος Νικόλαος, σαν σφραγίδα. Τα νομίσματα αυτά κυκλοφορούσαν μόνο στο χωριό. Έτσι όταν ήταν έτοιμα, κάθε νοικοκύρης έπαιρνε με πραγματικά χρήματα αυτά τα νομίσματα. Οι νοικοκύρηδες έδιναν από αυτά τα νομίσματα στα Μπαμπούγερα για να αποφύγουν το χτύπημα με στάχτη, και τα Μπαμπούγερα με τη σειρά τους τα παρέδιδαν στην εκκλησία, ώστε να είναι έτοιμα για την επόμενη χρονιά. Έπειτα το πρωί των Θεοφανείων, μετά τον αγιασμό, έπαιρνε ο επίτροπος την εικόνα του αγίου Νικολάου. Μαζί με τα όργανα και τα Μπαμπούγερα γυρίζανε στα σπίτια και οι νοικοκυραίοι έδιναν ότι είχαν ευχαρίστηση. Με εκείνο το ποσό έκαναν τραπέζι στα Μπαμπούγερα και τις 3 ημέρες. Οι μάσκες επιστρέφονταν πίσω.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, γίνεται αντιληπτό το πόσο σημαντικό είναι να γνωρίζει κανείς την ιστορία ενός εθίμου που λαμβάνει χώρα. Σήμερα το μόνο που μας έχει απομείνει είναι η παράδοσή μας, γι’ αυτό ας φροντίσουμε να παραμείνει αναλλοίωτη.
TRAVEL ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2017